Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΣΤΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΜΕΛΕΤΙΟΥ ΜΕΤΑΞΑΚΗ

του Λουκά Παπαδάκη, Συγγραφέα – βιογράφου του Μελετίου Μεταξάκη
 
Περιδιαβάζοντας στα χαλάσματα της γενέτειρας του Μελετίου Μεταξάκη, το χωριό Παρσάς στην Κρήτη, αναρωτιόμαστε για το περιβάλλον, που διαμόρφωσε τον χαρακτήρα του, αλλά και για τις κοινωνικές συνθήκες, που συνέβαλαν στην καλλιέργεια της προσωπικότητάς του. Γεννημένος το 1871, ο Μελέτιος δίδει σε επιστολές του μια ακριβή εικόνα τής τοπικής κοινωνίας, αλλά και του ιδίου την ψυχική διάθεση: ο γενέθλιος τόπος δεν ικανοποιεί τις φιλοδοξίες του. Διακαής πόθος του είναι να φύγει.
Τις αναμνήσεις του για τις μέρες εκείνες θα δώσει 10 χρόνια μετά τη φυγή του, αποδίδοντας στην απαιδευσία την κακοδαιμονία τών ανθρώπων: «…Ανεπόλουν εις την μνήμην μου την πενιχρότητα του χωρίου, την αγροικίαν τών ανθρώπων εν μέσω τών οποίων ανετράφην και τας τάσεις αυτών προς την εγκληματικότητα και την άλλην εξαχρείωσιν, πάντα αποτελέσματα της απαιδευσίας…». 
 
Την πατρίδα που σε γέννησε την φέρεις πάντα μέσα σου. Από τη γη τής Παλαιστίνης και τη γη τής Συρίας ο Μελέτιος παρακολουθεί με ενδιαφέρον και αγωνία τις πολεμικές, πολιτικές και εκκλησιαστικές εξελίξεις στην Κρήτη, εκφράζει την οδύνη του για τα παθήματα των συμπατριωτών του, πανηγυρίζει τις επιτυχίες τους.  
Στη Μέση Ανατολή ο Μελέτιος, μέλος μιας δράκας Ελλήνων, των Αγιοταφιτών αδελφών, διαμορφώνει μια αντίληψη για την πατρίδα με πνευματικά κριτήρια. Βιώνοντας τους φονικούς ανταγωνισμούς, αναγνωρίζει την ανάγκη για ειρηνική συνύπαρξη των λαών και διαβλέπει τις δυνατότητες που προσφέρει η Ελληνική Ορθοδοξία στην επίλυση του Ανατολικού ζητήματος.
Το 1926, τότε που οι επίγονοι τών ηρώων τού ’21, ξιφουλκώντας κατ’ αλλήλων, διαλογίζονταν γύρω στην εθνική μας ταυτότητα, ο Μελέτιος ομιλεί για την πατρίδα, στον Απόλογό του. Εκεί προσεγγίζει ως εξής τον Εθνικό Διχασμό: «…Ελληνική Κοσμογονία πρέπει να ήνε ο ιστορικός τίτλος τής περιόδου την οποίαν εθνικώς ζώμεν από δεκαπέντε ετών. Όταν αι δυνάμεις τού Έθνους, σωματικαί και ψυχικαί, ετέθησαν εις ενέργειαν μέχρις του ακρωτάτου ορίου εντάσεως αυτών. Γιγαντομαχία αληθινή και προς τα έξω και προς τα έσω με φθοράς και καταστροφάς, αλλά και με δημιουργίας. Εκ του χάους τής γιγαντομαχίας εξήλθεν ως τελικόν αποτέλεσμα ένας νέος ελληνικός κόσμος με περισσότερα σπέρματα ζωής από τον παλαιόν…». 
Ο Μελέτιος προσφέρει παραμυθία και ελπίδα στο ποίμνιό του. Κρατά το καλό και τη ζωή, και ο χαλασμός γίνεται κοσμογονία. Είναι το μήνυμά του σ’ έναν κόσμο, που εθίζεται στις φιλοπόλεμες ιαχές και υμνεί τον θάνατο, οδεύοντας στο φασισμό. 
Συγχρόνως εκφράζει τη βαθιά του πίστη ότι η ελληνική πατρίδα είναι άνευ νοήματος χωρίς την Χριστιανική Ορθοδοξία, ότι δηλαδή το ελληνικό έθνος είναι ταγμένο στην υπηρεσία τής χριστιανοσύνης. Σήμερα, έχοντας χαλαρές έως ανύπαρκτες σχέσεις με αξίες πατροπαράδοτες, αξίες που συνέβαλαν στη διαμόρφωση του Δυτικού πολιτισμού, φοβούμαι ότι σημεία από τον Απόλογο, όπως το «ζωηρόν εθνικόν αίσθημα», η «εθνική ζωή», η «ελληνική πατρίς», η «ελληνική δημιουργία και Κοσμογονία» δείχνουν έννοιες επικίνδυνες, απολιθώματα άλλης εποχής και νοοτροπίας. 
 
Οι περί ελληνικού έθνους αντιλήψεις τού Μελετίου από τη μια κι από την άλλη η δράση του κατά τους πολέμους έδωσαν λαβή να χαρακτηριστεί εθνικιστής. Βέβαια, οι ελληνικοί εθνικιστικοί κύκλοι ουδέποτε τον υπολόγισαν ομοϊδεάτη τους, αντιθέτως τον χαρακτηρίζουν υβριστικά Οικουμενιστή, υιοθετούν μάλιστα τη φήμη ότι ήταν μασόνος. 
 
Ας δούμε πώς συνδέεται ο Μελέτιος με τον εθνικισμό. Εθνικιστή τον χαρακτηρίζουν οι Τούρκοι και τούτο υιοθετούν κύκλοι τής Εκκλησίας, που διατείνονται ότι ο Πατριάρχης έβλαψε τον Οικουμενικό θρόνο, οδηγώντας σε σύγκρουση τις σχέσεις τού Φαναρίου με την Άγκυρα. Στον Δημήτριο Μαυρόπουλο (Πατριαρχικαί Σελίδες. Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον από 1878 – 1949, Εν Αθήναις 1960) ο λόγος τού Μελετίου χαρακτηρίζεται «φορτική και σκανδαλώδης πολιτικολογία», ο ίδιος δε «παρουσιάζεται πράκτωρ και υμνητής τής Βενιζελικής ιδεολογίας».
Γράφει το 1923 τουρκική εφημερίδα: «Ο Μελέτιος κατά την Κρητικήν επανάστασιν του 1896 έγινεν αρχηγός και ήτο εκ των πρωτεργατών τής γενικής σφαγής εν Σητεία. Τόσον δε ωμώς διεξήγαγε την σφαγήν αύτην ο κακούργος παπάς, ώστε ουδείς Μουσουλμάνος ηδυνήθη να διασώση την ζωήν του. Εις το χωρίον Ζιρό εις το εσωτερικόν τού τζαμίου κατέσφαξεν 210 αθώα πλάσματα ηλικίας όχι άνω των 7 ετών, λέγοντας ότι «Δεν είνε ορθόν να φονεύωνται ενήλικοι, πρέπει να φονεύωνται τα παιδιά, ίνα εξοντωθή η μέλλουσα γενεά…».
Πρόκειται για παιδαριώδη ψεύδη και απευθύνονται σε αμόρφωτα πλήθη με σκοπό την υπόθαλψη του φανατισμού τους. 
Αργότερα, κατά την προεκλογική περίοδο για τον θρόνο Αλεξανδρείας, Βρετανοί διπλωμάτες τον χαρακτηρίζουν «πολύ σκληρό Έλληνα εθνικιστή». Μπορεί η φράση να είναι στη σημασία τού «μη ελεγχόμενος», συνοψίζει όμως τις φήμες που διαδίδονται σκόπιμα στην Αίγυπτο. 
Πράγματι τον Μελέτιο ακολουθούν και η φήμη και οι φήμες. Διαβάζουμε στη αιγυπτιακή “Λιμπερτέ”: «Εις τα Ιεροσόλυμα εδείχθη εξημμένος πανελληνιστής και λυσσώδης εχθρός τής ιθαγενούς ορθοδόξου κοινότητος. (…) Στο Φανάρι ετήρει τόσον αδεξίαν και σωβινιστικήν πολιτικήν, ώστε εξηγέρθη το τουρκικόν αίσθημα κατά τού Ελληνικού στοιχείου. Γενικώς θεωρείται ως ο κύριος υπεύθυνος όλων τών δεινών, των πληξάντων έκτοτε τους Έλληνας της Τουρκίας…».
Αν αυτού του είδους τα δημοσιεύματα περιείχαν έστω ψήγματα αλήθειας, ουδέποτε ο Αιγύπτιος μονάρχης θα αναγνώριζε την εκλογή. 
         
Προχωρούμε διεισδύοντας στην πραγματικότητα εκείνων τών καιρών. Η περί έθνους αντίληψη του Μελετίου όντως αντανακλά μεν την ιδεολογία εθνικιστικών κινημάτων τού 18ου και 19ου αιώνα με φιλελεύθερο και διεθνιστικό χαρακτήρα, διέπεται όμως από τις αρχές τής χριστιανικής ηθικής. Ήδη, και σε παγκόσμιο επίπεδο, ο εθνικισμός εξελισσόταν ραγδαία σε συντηρητικό και αντιδραστικό κίνημα. 
Ο Μεγαλοϊδεατισμός γίνεται κυρίαρχη ιδεολογία. Η ελληνική διανόηση της εποχής, μιμούμενη το παράδειγμα της Εσπερίας, αναζητεί το μέλλον στο προχριστιανικό παρελθόν. Ελάχιστοι συγκινούνται από το αυτονόητο, που επισημαίνει ο Άλκης Θρύλος ήδη από το 1919: «Το σημερινό εγώ μας δεν είναι όμοιο με το αρχαίο, κι ούτε θα υπάρξει ποτέ ένα απόλυτο Ελληνικό Εγώ, όπως δεν υπάρχει πια σε καμιά πολιτισμένη χώρα μια εντελώς ατομική της ψυχή». 
Η Χριστιανική θρησκεία θεωρείται παρωχημένη, συγχρόνως όμως επισυμβαίνει υποχώρηση της Δημοκρατίας, απαξίωση των αρχών και των ιδανικών της, που απορρέουν, βεβαίως, από τον ελληνικό λόγο. Η χριστιανική ηθική κρίνεται εκφυλιστική, ίσως εβραϊκή συνωμοσία κατά τών Αρίων. Ο Τρίτος Πολιτισμός οικοδομείται στη θεοποίηση της Δύναμης και επιβάλλεται ως υπέρτατη ηθική το δίκαιο του ισχυρότερου. Η ελληνική διανόηση δεν μπόρεσε έγκαιρα να αντιληφθεί ότι οι παγκόσμιες της εποχής Δυνάμεις είχαν ήδη τη δική τους Ιστορία, ώστε να μπορούν να κατασκευάζουν και τους δικούς τους μύθους, τους ήταν λοιπόν άχρηστο πλέον το ιδεολόγημα, με το οποίο και μεγαλύνθηκαν, ότι δηλαδή εκείνοι είναι οι γνήσιοι φορείς τού αρχαιοελληνικού και του ρωμαϊκού πολιτισμού, για τούτο και δικαιούνται να ρυθμίζουν τις τύχες τού κόσμου. Είχαν πλέον την υλική δύναμη, ώστε η βαρβαρότητά τους να προβληθεί όχι μόνο ως ιστορική ανάγκη, αλλά και ως η βάση ενός νέου, χιλιόχρονου πολιτισμού.  
Ούτε η Εκκλησία κατόρθωσε να μείνει αλώβητη στην εθνικιστική λαίλαπα. Σε τούτο συντέλεσε και ο κατακερματισμός της Ορθοδοξίας σε κατά έθνος αυτοκέφαλες Εκκλησίες, με χαρακτήρα υπέρ το δέον εθνικό. Ο Μελέτιος καταδίκασε την πρακτική τής «αυτοκεφαλοποίησης» των Εκκλησιών, θεωρώντας  την νόσο («αυτοκεφαλίτις») και αγωνίστηκε πάντοτε για να άρει τη ζημιά, που προκαλούσε ο «χριστιανικός εθνικισμός». 
Γράφει το “Εκκλησιαστικόν Βήμα” την 1 Αυγούστου 1935: «…Πανορθόδοξος εν ταυτώ και πανελλήνιος φυσιογνωμία ο Πατριάρχης Μελέτιος, απετέλεσεν άμα και ιδανικόν πολίτην τής Παγκοσμίου Βασιλείας τού Θεού και εθερμαίνετο και ανεπτερούτο εν τω έργω του με τας σκέψεις και με τους πόθους τής Εκκλησίας του και του Γένους του, αλλά και με το ωραίον όνειρον της εν τω Κυρίω συνενώσεως των πάντων, υπέρ ης μέγα μέρος τών μόχθων του κατέβαλε, σπουδαίως προωθήσας το έργον τής παγχριστιανικής ενώσεως και της παγκοσμίου αδοκίας». 
Αλλά, θα επιμείνουν κάποιοι, ο ίδιος ο Μελέτιος μας διαψεύδει στον Απόλογό του (Μελετίου Μεταξάκη Απόλογος, «Παλίμψηστον», τ. 24,  Ηράκλειον 2010), όπου λέγει: «Ο Μελέτιος (…) ευρέθη εις το στρατόπεδο των Βενιζελικών, το οποίον εσυγγένευε με την ιδεολογίαν του…». Είναι προφανές πως ο Πατριάρχης, μιλώντας για ιδεολογική συγγένεια με τους Φιλελεύθερους, αναφέρεται στην ιδεολογία όχι ως αρχή, αλλά ως μορφή πολιτικής, κοινωνικής ή ηθικής φιλοσοφίας και δεν αναφέρεται σε εθνική ιδεολογία, αφού θα έπρεπε να δεχθούμε ότι ο Βενιζελισμός μονοπωλούσε τον εθνικισμό. 
Στο ίδιο κείμενο ο Μελέτιος αποφεύγει δι’ εαυτόν να μιλήσει για εθνική ιδεολογία, και λέγει ότι ο ίδιος «εμφορείται ζωηρού εθνικού αισθήματος, το οποίον θεωρεί τόσον θεοφιλές όσον και την πίστιν εις τα δόγματα τής Ορθοδοξίας. Δεν θεωρεί την πατρίδα ανωτέραν τής θρησκείας, αλλά πιστεύει ότι η ελληνική πατρίς εν τη ψυχή τού Έλληνος δεν ημπορεί να μη συγχωνεύεται εις μίαν μετά της Χριστιανικής Ορθοδοξίας παράστασιν. Εντεύθεν το θρησκευτικόν κήρυγμά του είναι συγχρόνως και εθνικόν». Επιπλέον δε ότι «την έννοιαν της Ελληνικής Πατρίδος την εννοεί ως θρησκευτικόν περιεχόμενον». Η δήλωση αυτή δεν είναι άσχετη με το ζοφερό μέλλον, που προοιωνιζόταν η πραγματικότητα της εποχής του. 
Ο Μελέτιος θα χρησιμοποιήσει τον όρο «εθνική ιδεολογία» μόνο στην τελευταία πρόταση του Απολόγου του. Διαβάζουμε: «Εν συμπεράσματι ο Βενιζελισμός ως εθνική ιδεολογία έσχε μέγα όφελος από την ισχυράν προσωπικότητα τού Μελετίου, ως κόμμα όμως πολιτικόν ουδέ το ελάχιστον». 
Όμως η μελέτη τού κειμένου δεν συνδέει ουδέ κατ’ ελάχιστον τον Μελέτιο με τον εθνικισμό, αποδεικνύει μόνο ότι οι αντιλήψεις και οι ενέργειές του συντελούν τα μέγιστα, ώστε ο Βενιζελισμός να παραμείνει προσηλωμένος στις αρχές τής ελευθερίας και της δικαιοσύνης και να μη διολισθήσει σε φασιστικές ατραπούς. 
 
Ας δούμε τώρα κείμενά του, παραινέσεις προς το έθνος τών Ελλήνων.
Η Εκκλησία δένει το σημερινό έθνος τών Ελλήνων με το Αυτοκρατορικό παρελθόν του. Η σχέση αυτή διατηρήθηκε στους ναούς κατά τους χρόνους τής σκλαβιάς: «…Χριστιανός Ορθόδοξος ων ο Κύπριος της δουλείας ήτο συγχρόνως και Έλλην, ήρκει δε να θρησκεύη όπως ζη ταυτοχρόνως και ζωήν εθνικήν…».
Αυτή ακριβώς η σχέση μας με το πολυεθνικό Βυζάντιο, μας υποχρεώνει να αποδεχθούμε ότι δεν είναι το αίμα που ενώνει μεταξύ τους τούς Νεοέλληνες, ούτε και η κοινή Ιστορία, αλλά η κοινή περί Ιστορίας αντίληψη: «…Μήπως δυνάμεθα να αρνηθώμεν ότι ο Άγιος Φρουμέντιος προήρχετο εκ Συρίας; Αλλά τον απέστειλεν η Ελληνοχριστιανική Αλεξάνδρεια, ελληνικόν κρατούντα εις χείρας του Ευαγγέλιον, και αυτή είναι η αναφαίρετος δόξα του ελληνικού πνεύματος, ότι δηλαδή ελάμβανε πανταχόθεν τας αξίας, τας ελληνοποίει και τας προσέθετεν εις το ενεργητικόν του. Του πνεύματος τούτου καρποί είναι πλείστοι μεγάλοι Αυτοκράτορες του Βυζαντίου και πλείστοι Πατέρες της Εκκλησίας αποδεδειγμένοι υπέροχοι στηλοβάται του ελληνισμού, μολονότι άλλην έχοντες την προέλευσιν. Διότι είχεν ήδη γνωματεύσει ο Ισοκράτης ότι Έλληνες είναι ουχί οι εξ Ελλήνων καταγόμενοι, αλλ’ οι ελληνικώς σκεπτόμενοι τε και αισθανόμενοι…». 
Το Νεοελληνικό κράτος ως διάδοχο του Βυζαντινού έχει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, που απορρέουν από αυτή τη σχέση. Αλλά οφείλουμε να έχουμε εκείνες τις θέσεις, που διασφαλίζουν το συμφέρον μας, που είναι η υποστήριξη των ηθικών αρχών, επί των οποίων και θεμελιώθηκε η ύπαρξή μας. Για τούτο και η συστράτευσή μας με την Αντάντ, μολονότι  ο πολιτισμός τής Ευρώπης δεν είναι πλέον χριστιανικός: «…Ευρισκόμεθα λοιπόν προ αλματικής προόδου τού κακού εν τω κόσμω, άνευ ελπίδος εξημερώσεως της ανθρωπίνης καρδίας; Και είνε λοιπόν χίμαιρα η ελπίς και ο πόθος επικρατήσεως εις τας σχέσεις τών λαών και των κρατών άλλου δικαίου αντί του δικαίου τού ισχυροτέρου υλικώς; Όχι, δεν είνε χριστιανικός πολιτισμός η λατρεία τής Δυνάμεως και της Ύλης. Δεν είνε χριστιανικός ο πολιτισμός ο δεχόμενος άλλην βάσιν ηθικής διά το άτομον και άλλην διά το σύνολον των ατόμων, το κράτος…».  
Η Ελλάδα, ανεξάρτητα από την υλική δύναμή της, οφείλει να αντιστρατεύεται τις δυνάμεις τού Κακού, παραβλέποντας τους κινδύνους, προσβλέποντας στο Θεό. «Εάν η δικαιοσύνη δεν εκπροσωπήται από τινα υπερτελείαν ύπαρξιν, εάν τας σχέσεις τών ανθρώπων δεν διέπη ανωτέρα τής ύλης αρχή, τότε και του καθήκοντος η υπεκφυγή και της υποχρεώσεως η άρνησις και αυτός ο δόλος και αυτή η απάτη είνε πράγματα χρήσιμα και αναγκαία, αφού και δι’ αυτών εξυπηρετείται το συμφέρον. Τότε πιστός και άπιστος δεν υπάρχει, ούτε τίμιος και μη τίμιος, ουδέ δικαιος και μη δίκαιος. Υπάρχει μόνον δυνατός και αδύνατος, έξυπνος και ηλίθιος, νικών και ηττώμενος…». 
Έρχεται, βέβαια, κάποτε και η ώρα τής ήττας. Υπάρχει και στη συντριβή το μεγαλείο, στην ήττα το έπος: «Είπωμεν πάντες εκ μέσης ψυχής: «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν». Η θλίψις η μεγάλη, ην διερχόμεθα κατειργάσατο εν ημίν την υπομονήν, η δε υπομονή την δοκιμήν, η δε δοκιμή την ελπίδα, η δε ελπίς ου καταισχύνει. Διά των παθημάτων επήλθεν η κάθαρσις…».  
Βέβαια την Ελλάδα δεν την κάνουν μεγάλη οι πόλεμοι, οι νίκες και οι ήττες της, αλλά η ειρήνη: «…Μεγάλη πράγματι θα γείνη και θα μείνη η Ελλάς, όταν τα πολεμικά τρόπαια του Μπιζανίου, της Κρέσνας και των Δαρδανελλίων διαδεχθή περίοδος επιστήμης και τέχνης, αίτινες παγιούσι τα αποτελέσματα των πολεμικών κατορθωμάτων και απεργάζονται το εν ειρήνη μεγαλείον. Έκαστος ημών εν τη ψυχή του φέρει ήδη τον πόθον Ελλάδος τόσον μεγαλητέρας τής διά των πολεμικών τροπαίων δημιουργηθείσης, όσον μεγαλειτέρα είνε εν τη συνειδήσει του κόσμου η Ελλάς του Αισχύλου και του Σοφοκλέους, του Φειδίου και του Πραξιτέλους, του Πλάτωνος και του Δημοσθένους από την Ελλάδα των Μαραθωνομάχων, των Θερμοπυλομάχων και των Σαλαμινομάχων…».
Ο Μελέτιος, ως Ποιμένας, καθοδηγεί το ποίμνιό του με ηθικά, όχι με πολιτικά κριτήρια μέσα από τις συμπληγάδες τού εθνικισμού. Στα παραπάνω κείμενα υποδεικνύεται το χρέος τής παρούσας και των μελλοντικών γενεών, ένα χρέος που συνεπάγεται τη θυσία, ατομική και συλλογική, όποτε οι περιστάσεις το απαιτούν. 
 
Μετά τη περί έθνους, ας δούμε και την περί πατρίδας αντίληψη του Μελετίου. Όντες οι Νεοέλληνες υπήκοοι ενός έθνους - κράτους, δυσκολευόμαστε να αποδεχθούμε μικτές φυλετικά και θρησκευτικά κοινωνίες. Ταυτίζουμε την πατρίδα με το έθνος, αλλά Έθνος και πατρίδα, ως έννοιες, υπερβαίνουν η μια την άλλη. Ένας έθνος απλώνεται σε πολλές πατρίδες, μια πατρίδα τη μοιράζονται πολλά έθνη.
Ο Μελέτιος δεν επενδύει στην ανοχή, αλλά στη χριστιανική αγάπη, αυτή πάντοτε είναι το μέτρο για τις ανθρώπινες σχέσεις. Σεβόμαστε τη διαφορετικότητα, μοιραζόμαστε με τους συνανθρώπους μας την ίδια πατρίδα και, ελληνικά σκεπτόμενοι και φερόμενοι, τους καλούμε να κοινωνήσουν μαζί μας πανανθρώπινες αξίες, την ελευθερία και τη δικαιοσύνη. 
Ο φυλετισμός απασχολεί τον Μελέτιο από πολύ νωρίς. Γράφει σε επιστολή του το 1898: «…Η συμπεριφορά ημών των Ελλήνων εν Συρία και Παλαιστίνη απέναντι των εγχωρίων Χριστιανών είνε ήκιστα χριστιανική. Ερχόμεθα ενταύθα εκ διαφόρων ελληνικών χωρών και καταλαμβάνομεν επί ξένης γης τα ανώτατα αξιώματα του Κλήρου, εις α έχομεν αποκλείσει διά νόμων την είσοδον των ιθαγενών Χριστιανών, ους εννοούμεν να κρατώμεν υπό την δεσποτείαν μας. Ο δυστυχής αραβικός λαός αδικείται…».
 
Τα τελευταία χρόνια τής ζωής του συμπίπτουν με την άνοδο του Ναζισμού. Την αγωνία του εξέφρασε προς τον πατέρα Χρυσόστομο Μπάουερ, λίγο πριν από τις γερμανικές προεδρικές εκλογές του 1932, με υποψηφίους Χίντεμπουργκ και Χίτλερ, ρωτώντας «εάν εις την Γερμανίαν εις όλας τας Εκκλησίας και τα Μοναστήρια εύχωνται υπέρ τής επανεκλογής τού Χίντεμπουργκ…».
Ο Μελέτιος θα κινήσει διαδικασίες για την υποδοχή στην Ελληνορθόδοξη Εκκλησία τριών χιλιάδων ιθαγενών τής Ουγκάντας.
         
Το 1898 ουδείς φαντάζεται μια Κρήτη εθνολογικά αμιγή, κατά το παράδειγμα και το κατάντημα της Μητέρας Πατρίδας: «…Οφείλουν οι και Τούρκοι και Χριστιανοί να αποφασίσωσι να ζώσιν εις το εξής αδελφικώς. Ό,τι και αν έγεινε πρέπει να παραδοθή εις την λήθην. Οι Χριστιανοί πρώτοι οφείλουσι να τείνωσι την δεξιάν…». 
Η Ελλάδα, ως κράτος και ως ιδέα, μεγεθύνεται, μόνο όταν παρέχει ελευθερία και δικαιοσύνη σε όλους τούς πολίτες της, όταν αναγνωρίζει τους μεν Έλληνες το γένος ως τέκνα της γνήσια, τους δε αλλόφυλους και αλλόθρησκους ως τέκνα της εξ υιοθεσίας. Αυτά λέγει ο Μελέτιος στην άρτι απελευθερωθείσα Θεσσαλονίκη: «…Πάντες οι πολίται τής Νέας Ελλάδος είναι αδελφοί προς αλλήλους, καλούμενοι πάντες να ζήσωσιν εν ισότητι δικαιωμάτων και καθηκόντων ως ελεύθεροι πολίται ελευθέρου κράτους, αδιακρίτως φυλής ή θρησκεύματος. Η δόξα τής και νυν δεδοξασμένης Ελλάδος θα είναι τόσον μεγαλητέρα όσον αδελφικωτέρα και συμπαθεστέρα θα είναι η συμπεριφορά τών φυσικών αυτής τέκνων προς τα υιοθετηθέντα, τους Τούρκους, τους Ισραηλίτας, τους Βουλγάρους, τους Σέρβους και οίτινας άλλους, μη Έλληνας μεν το γένος, υπηκόους όμως του Βασιλέως τών Ελλήνων…».
Τις μέρες εκείνες ο Μελέτιος, συντροφιά με τον υπέροχο Κύπριο Χριστόδουλο Σώζο, επισκέπτεται στρατόπεδο Τούρκων αιχμαλώτων. Ρωτά μια ομάδα απ’ αυτούς: «Από πού είσθε, πατριώται;». Πόση με την αγάπη του παρηγοριά δεν στάλαξε στην καρδιά τών αιχμαλώτων αυτή και μόνη η ερώτηση: Από πού είσθε, πατριώται;
Σε αυτό το πνεύμα ο Μελέτιος επικρίνει την κεμαλική πολιτική τής εθνοκάθαρσης, αλλά και της ελληνικής Κυβέρνησης τον βολικό ενδοτισμό, όταν παρατηρεί να διατυπώνονται και να κατατίθενται «προτάσεις αμοιβαίαι Ελλάδος και Τουρκίας περί ανταλλαγής πληθυσμών». Η ανταλλαγή τών πληθυσμών είναι ολέθρια «από ανθρωπίνης και χριστιανικής απόψεως» θα διαμαρτυρηθούν τα Δύο Σώματα του Πατριαρχείου. 
Μια από τις συγκλονιστικότερες αποδείξεις τής αγάπης τού Μελετίου δίδεται το 1922, με αφορμή την ατίμωση Ελληνίδων από Τούρκους, ορισμένες μάλιστα από τις οποίες κυοφορούσαν ήδη τον καρπό τής βδελυρότατης αυτής πράξης. Προτείνει να αναλάβει την ανατροφή και την εκπαίδευση των παιδιών αυτών το έθνος, για να γίνουν χρήσιμα μέλη τής Κοινωνίας και της Πολιτείας.
 
Χαλκευμένα δημοσιεύματα κατηγορούν τους Εβραίους τής Θεσσαλονίκης ότι επιθυμούν να παραμείνουν υπό Οθωμανικό καθεστώς. Ο Μελέτιος εξήρε σε Εβραίο δημοσιογράφο «τον πατριωτισμόν τών εν Ελλάδι Ισραηλιτών». Και με Συνοδική απόφαση απαγόρευσε στο ποίμνιό του να τραγουδά άσματα που προσβάλλουν τους Εβραίους και να καίει ομοιώματα του Ιούδα. : «…Τα αντιχριστιανικά ταύτα έθιμα, συντελούσι τα μέγιστα και εις την δημιουργίαν ψυχρότητος μεταξύ τού ορθοδόξου πληρώματος και των συμπολιτών ημών Ισραηλιτών, οι οποίοι κοινήν σήμερον μεθ’ ημών έχουσι την πατρίδα και τα αυτά προς αυτήν δικαιώματα και καθήκοντα, επ’ ουδενί δε λόγω επιτρέπεται να θίγηται η φιλοτιμία αυτών διά πράξεων και φράσεων, αίτινες δύνανται να εκληφθώσιν ως προσβλητικαί διά το Έθνος τών Ισραηλιτών…». 
 
Τέλος, διαβάζουμε στο «Υπόμνημά του προς την Ιεράν Σύνοδον της Εκκλησίας τής Ελλάδος περί της Εκκλησιαστικής καταστάσεως και των δεόντων γενέσθαι» («Η Καινή Διδαχή», τόμος Α΄, Εν Αθήναις 1919) ότι προτείνει την κατάργηση των Θρησκευτικών στα σχολεία, αφού έτσι όπως αυτά διδάσκονται συμβάλλουν στην καλλιέργεια της αντιθρησκευτικότητας, δηλώνει δε ότι την κατήχηση προτίθεται να την αναλάβει η ίδια η Εκκλησία. Γράφει επίσης: «…Ως προς τον θρησκευτικόν φόρον, θα ηυχόμεθα να γείνη γενικός δι’ όλους τους πολίτας ανεξαρτήτως θρησκεύματος, εισπραττόμενος δε υπό του Δημοσίου να παραδίδεται κατ’ αναλογίαν εις τας αρχάς τών διαφόρων ανεγνωρισμένων θρησκευμάτων. Θα ήτο τούτο δείγμα ισότητος μεν προς τους πολίτας, ευνοίας δε προς την θρησκείαν εκάστης πολιτών ομάδος».
 
 
* Το κείμενο είναι η προφορική εισήγηση στο Συμπόσιο για τον Πατριάρχη Μελέτιο Μεταξάκη, που διεξήχθη στη Λάρνακα στις 12 Οκτωβρίου 2014 με οργανωτές το Πανεπιστήμιο Κύπρου,  τον Δήμο Λάρνακας και τη Μητρόπολη Κιτίου.  Δημοσιεύτηκε στην εφημ. “Κιβωτός της Ορθοδοξίας” στις 6 Ιουλίου και 17 Αυγούστου 2017, αναδημοσιεύτηκε δε στο blog «Ορθόδοξη Πορεία» του Συλλόγου Ορθοδόξων Τυφλών Ελλάδος. 
 
 

Επαφή

arthro 13

13arthro@gmail.com

Αναζήτηση στο site

Αφιερώματα

ΣΗΜΕΡΟΝ ΚΡΕΜΑΤΑΙ ΕΠΙ ΞΥΛΟΥ Ο ΕΝ ΥΔΑΣΙ ΤΗΝ ΓΗΝ ΚΡΕΜΑΣΑΣ

της Αναστασίας Κόλλια   Μεγάλη Πέμπτη σήμερα και η  Αγία Εκκλησία μας, τη στιγμή μεταξύ του 5ου και του 6ου Ευαγγελίου ψάλλει το αντίφωνο...  Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου, ὁ ἐν ὕδασι τὴν...

ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΛΕΥΚΟΥ ΚΟΛΛΑΡΟΥ

της Ολυμπίας-Μαρίας Ποντίκη, Νομικού - ΜΦ Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας ΕΚΠΑ Τα εγκλήματα του λευκού κολάρου γνωρίζουμε ότι εντάσσονται στην κατηγορία των εγκλημάτων των οικονομικών που...

Μεγάλυνον ψυχή μου, τὸν ἐκ τῆς Παρθένου, Θεὸν σαρκὶ τεχθέντα.

της Αναστασίας Κόλλια, Δικηγόρου - Θεολόγου Η ενανθρώπιση του Υιού και Λόγου του Θεού αποτελεί ακατάλυπτο μυστήριο και παράδοξο. Στο κοσμοσωτήριο έργο της Θείας οικονομίας και στο ανερμήνευτο...

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΣ Ο ΕΞ ΟΙΚΟΝΟΜΩΝ: ο βίος, η δράση και το έργο του

του Θωμά Παπασάνδα, Φαρμακοποιού - 'Οικονομία της Υγείας & Πολιτική Υγείας' Msc   * η παρούσα αποτελεί την εισήγηση που εκφωνήθηκε στο πλαίσιο εκδήλωσης που διοργανώθηκε από...

Βιντεοσκοπημένη έκδοση του διεπιστημονικού συνεδρίου με τίτλο, Θρησκευτικές κοινότητες: Νομοκανονικές προσεγγίσεις ιστορικών και επίκαιρων ζητημάτων

Στο παρόν αναρτάται η Βιντεοσκοπημένη έκδοση των εργασιών του διήμερου Διεπιστημονικού Συνεδρίου με τίτλο  "Θρησκευτικές κοινότητες: Νομοκανονικές προσεγγίσεις ιστορικών και επίκαιρων...

Η θρησκευτική ελευθερία στην εποχή της θεωρίας του παντός

Χαιρετισμοί Αγαπητές και αγαπητοί Συνάδελφοι Κυρίες και κύριοι,   Στο πλαίσιο των παρουσιάσεων νέων ερευνητών από το Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών "Θεολογία και Κοινωνία" του Τμήματος...

© 2024 ΑΡΘΡΟ 13 (All Rights Reserved)

Υλοποιήθηκε από Webnode